Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018

ΟΧΙ ΣΤΟ ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ-ΝΑΙ ΣΤΟ ΠΑΛΙΟ;


    μια σκέψη για το νέο πρόγραμμα σπουδών και μια θέση για τα τελευταία γεγονότα στη σχολή μας

    Είναι αναγκαίο να αλλάξει το “παλιό”/ ισχύον πρόγραμμα σπουδών;

    Το τρέχον πρόγραμμα σπουδών ισχύει από τη δεκαετία του 1970 και σίγουρα όλες και όλοι που σπουδάζουμε σε αυτή τη σχολή συμφωνούμε ότι δεν αποτελεί το καταλληληλότερο για την τριβή μας τόσο με αυτό που ονομάζεται ιατρική επιστήμη και όσο και με την ιατρική πρακτική. Ενδεικτικά απο το πρώτο κιόλας έτος τόσο το περιεχόμενο όσο και η δομή των μαθημάτων βασίζονται σε γνώσεις που είτε είναι είτε φαντάζουν άχρηστες και σε έναν τρόπο διδασκαλίας που μεγενθύνει κατα πολύ την στειρότητα της διδακτικής διαδικασίας των προηγούμενων βαθμίδων εκπαίδευσης. Η προσέγγιση της ιατρικής επιστήμης και των εξων αυτή συντίθεται γίνεται πολύ επιφανειακά απομακρύνοντας τους φοιτητες/τριες από την κατανόηση της ιατρικής ως ¨οργανικόν όλον”, ως σύνολο δηλαδή επιμέρους επιστημών/γνώσεων, την κατανόηση του οργανισμού ως σύνολο διαδικασιών με αποτέλεσμα την αποσπασματική γνώση.
    Για παράδειγμα, η Ιατρική Πληροφορική θεωρητικά ασχολείται με τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών και υπολογιστικών συστημάτων στον τομέα της υγείας, ενώ με το ισχύον πάντα πρόγραμμα σπουδών αυτό που διδασκόμαστε είναι powerpoint, excel ή στην καλύτερη δημιουργία φακέλου ασθενή, τα οποία προφανώς δεν συσχετίζονται με την τριβή με την ιατρική πρακτική. Είναι άπειρα τα αντίστοιχα παραδείγματα (Ιατρική φυσική, Βιοχημεία, Βιολογία) τα οποία συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι η διδασκαλία είναι απαρχαιωμένη και η παρεχόμενη γνώση αποσπασματική και αποσυνδεδεμένη από μια συνολική γνώση-εφόδιο με την οποία θα αντιμετωπίζουμε τον οργανισμό ως σύνολο και όχι ως επιμέρους συστήματα. Τίποτα δεν μας εμπνέει και τίποτα δεν μας φέρνει σε επαφή με τις καινοτομίες της επιστήμης και την εφαρμογή τους στην κλινική πράξη*. Οι καθηγητές ως συνήθως ακολουθούν εναν τυφλοσούρτη με εργασίες και υποχρεωτικά μαθήματα τόσο εργαστηριακά όσο και κλινικά που εντάσσονται στο παράπάνω πλαίσιο και ακόμα κι όταν το περιεχόμενο τους δεν είναι αδίαφορο εκπέφτουν σε βαρετές αγγαρείες. Η πρόσβαση και προώθηση της γνώσης γίνεται σε κλειστούς κύκλους με στρεβλές πελατιακές σχέσεις φοιτητών καθηγητών και πρότζεκτς (βλ Πχ ΕΕΦΙΕ) που έρχονται να προστεθούν στις υποχρεωτικές ώρες εργασίας.
    Για να σχηματιστεί η συνολική εικόνα του παλιού προγράμματος σπουδών και της καθημερινότητας που εγκαθιδρύει μάλλον πρέπει να μακρυγορύσουμε περισσότερο απ όσο επιτρέπει το παρόν κείμενο. Παρόλα αυτα οφείλουμε να σταθούμε σε δύο σημεία.
    Πρώτον, οι ''ροές διαφυγής'' που παρατηρούνται (φοιτητριες/τες που ασχολούνται παράλληλα με απολιτίκ ανθρωπιστικά προγράμματα-helmsic, σεμινάρια, εργασίες) δυστυχώς δεν εντάσσονται σε μιά λογική αλλαγής του υπάρχοντος αλλα θέλοντας (στην χειρότερη) και μη επικυρώνουν την συνολική λογική της στείρας γνωσης και της συλλογής πιστοποιητικών προς δημιουργία ενός βιογρφικού που θα υπόσχεται μία θέση εργασίας.
    Δεύτερον, δεν νοείται συζήτηση για το πρόγραμμα σπουδών αποκομμένη απο τον προϋπολογισμό, τον αριθμό των καθηγητών και του προσωπικού, των υποδομών και του υλικοτεχνικού εξοπλισμού. Αντίθετα αποτελούν προυπόθεση της όποιας συζήτησης και όρος υλοποίησης των όποιων αλλαγών.

    Εδώ γεννιέται ένα βασικό ερώτημα: Το νέο πρόγραμμα αλλάζει κάτι προς αυτή την κατεύθυνση; Όχι προφανώς. Όσον αφορά την αποσπασματική γνώση εφεύρουν το εξής παράλογο που σου λέει: <<Θα βάλουμε φυσιολογία, ανατομία στα κλινικά μαθήματα αλλά παράλληλα θα συνεχίσουμε να τα διδάσκουμε αποκομμένα στα πρώτα έτη με την ίδια λογική του αποκομμένου και plus τα μαθήματα αυτά στα πρώτα έτη θα γίνονται και προαπαιτούμενα για τη συνέχιση σπουδών στα υπόλοιπα έτη>>. Προαπαιτούμενη “γνώση” δηλαδή για πράγματα που όπως διατείνονται θα μας τα μάθουν αργότερα (?!...). Αίρεται μήπως ο χαρακτήρας της τεχνοκρατικής γνώσης και της καλλιέργειας αναζήτησης; Προφανώς και όχι και πάλι γιατί ζητούνται logbooks κι ένα σύνολο άλλων τυποποιημένων προσόντων που απομακρύνει το φοιτητή από την ελεύθερη αναζήτηση και πρόσβαση στη γνώση και η μόνη “σπίθα” ( όπως αρέσει στον Πρόεδρο να λέει) που του καλλιεργείται είναι αυτή για να πατήσει επι πτωμάτων. Επιχειρήματα επίσης του τύπου “το να μπαίνει η γηριατρική είναι εκσυγρονισμός κι εσείς που δε τα θέλετε μας πάτε πίσω” πέρα από αφελή είναι και προβοκατόρικα. Αυτό συμβαίνει γιατί αν οποιαδήποτε πτυχή του νέου προγράμματος φαντάζει καλή, όταν η βάση σχεδιασμού είναι το πως θα πετάξει έξω τους μη έχοντες και τους “αποτυχημένους” (αποτυχημένος γιατρός επειδή κόπηκες στην Ιατρική Φυσική, αποτυχημένος επειδή έτυχε και δε θυμάσαι καλά έναν σύνδεσμο και μια κατάφυση..) και από εξεταστικό κέντρο που ήταν και το παραδέχονται να τη μετατρέψει σε “ρωσική ρουλέτα” pass or fail 365 μέρες το χρόνο, όταν η βάση υλοποίσης είναι τέτοια, κάθε “καλή” πτυχή λειτουργεί ως μοχλός πίεσης και εφαρμογής μιας σειράς άλλων αντιδραστικών αλλαγών γι αυτό και εναντιωνόμαστε στην ολότητά του για το νέο πρόγραμμα σπουδών.

    Το να εναντιώνεσαι στο πρόγραμμα σπουδών είναι απλά μια αρχική άρνηση, όπου αν δεν αρνηθείς τη συνολική κατάσταση στην οποία έρχεται να εφαρμοστεί θα ήταν κενό γράμμα. Αρνούμενοι λοιπόν στο σύνολο το πως παρέχεται η υγεία και πως διαμορφώνεται η περίθαλψη στο σήμερα ως αγαθά, θεωρούμε αναγκαίο να περιγραφεί τι θα θέλαμε κι εν τέλει για τι είδους υγεία παλεύουμε.

    Η ΥΓΕΙΑ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΑΣΤΕ
    Εμείς αντιλαμβανόμαστε την υγεία, ως εκείνο το αγαθό που θα βελτιώνει τους όρους ζωής των ανθρώπων, παρέχοντάς τους αναβαθμισμένη ποιότητα ζωής (σωματικής, ψυχολογικής, πνευματικής), θα αντιμετωπίζει τον ασθενή ως σύνολο, και όχι άθροισμα συστημάτων και θα δίνει περισσότερη έμφαση στην πρόληψη (τις εξετάσεις και τις μεθόδους της), κι όχι μόνο στην αντιμετώπιση των ασθενειών εκ των υστέρων. Πρώτα από όλα θα πρέπει το αγαθό αυτό να παρέχεται σε όλους, κάτι που προϋποθέτει το δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα του συστήματος υγείας, ώστε να υπάρχει ίδια δυνατότητα πρόσβασης για όλους χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς, καθώς και τις απαραίτητες υλικοτεχνικές υποδομές και εκείνο το επιστημονικά καταρτισμένο προσωπικό. Τέλος, η αναγκαία αλλαγή θα πρέπει να γίνει με βάση μια ολιστική προσέγγιση της ιατρικής και με στόχο τη διαμόρφωση ενός γιατρού, που θα υπηρετεί τις ανάγκες της κοινωνίας, έχοντας αντιληφθεί όλα τα παραπάνω.
    Ο ΝΕΟΣ ΓΙΑΤΡΟΣ ΠΟΥ ΘΑ ΕΧΕΙ ΤΕΤΟΙΑ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

    Για να μπορεί να διαμορφωθεί ένας γιατρός με την παραπάνω αντίληψη και χαρακτηριστικά, θα πρέπει να υπάρχει και ένα διαφορετικό σύστημα εκπαίδευσης, και άρα οποιαδήποτε αλλαγή στο πρόγραμμα θα πρέπει να ξεκινάει και από κει. Είναι ζητούμενο το ποιο θα είναι το περιεχόμενο της γνώσης που μας παρέχεται από το συγκεκριμένο πρόγραμμα και το αν θα ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας για περίθαλψη και πρόνοια. Οι γνώσεις αυτές θα μπορούν να καλλιεργούν μια ολόπλευρη, κριτική και συνδυαστική αντίληψη για τον ασθενή και την ιατρική στο φοιτητή, και να μην προωθούν ούτε μια στείρα, αποσπασματική γνώση (που οδηγεί σε ένα συνονθύλευμα από επιφανειακές εξειδικευμένες γνώσεις) ούτε μια αλγοριθμική αντιμετώπιση του ασθενή, όπως κατά κόρων προωθείται. Γιατί ακριβώς αυτή η αντιμετώπιση του ως ένα άθροισμα συμπτωμάτων απομακρύνει πολύ από την προσέγγισή του ως ολότητα με τα ιδιαίτερα δικά του χαρακτηριστικά.
    Βέβαια, μια γνώση που εξυπηρετεί πραγματικά τις ανάγκες της κοινωνίας, δε θα μπορεί να καθορίζεται και να προωθεί συμφέροντα φαρμακευτικών, ή άλλων, επιχειρηματικών ομίλων, που έχουν ως μοναδικό σκοπό το κέρδος ούτε θα μπορεί να έχει ως βασικό κριτήριο το ελάχιστο κόστος για το σύστημα υγείας (το γνωστό costeffective που ακούμε συνέχεια στις κλινικές και τα κλειστά ενοποημένα νοσήλεια που προωθούνται από τους εκάστοτε υπουργούς υγείας), και όχι το χρήσιμο και αναγκαίο για τον ασθενή.

    ΚΑΙ ΠΩΣ ΘΑ ΑΞΙΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ;

    Και εδώ γεννιέται το ερώτημα του πώς θα αξιολογούνται αυτά που θα μαθαίνουμε. Θα είναι μέσω ενός πανεπιστημίου- εξεταστικού κέντρου με αλλεπάλληλες εξετάσεις που δε θα σου επιτρέπουν να σηκώσεις κεφάλι και θα  σε βάζουν να μάθεις τα απαραίτητα για να ανταπεξέλθεις σε αυτές; Ή με διαφορετικούς κύκλους σπουδών και μαθήματα αλυσίδες που θα αντανακλώνται σε διασπασμένο πτυχίο; Κι ένα ακόμα ερώτημα. Το πώς θα αποτυπώνονται αυτά. Αν δηλαδή θα αποτυπώνονται σε πιστωτικές μονάδες, που θα μετράνε το χρόνο που ξόδεψε ο κάθε φοιτητής να παρακολουθήσει και να διαβάσει ένα μάθημα.

    Τίποτα από αυτά δεν μας καλύπτει! Γιατί δε διασφαλίζονται τα αναγκαία για μας, δηλαδή το να μην αποκόπτονται φοιτητές που δεν έχουν να πληρώσουν για όλα τα παραπάνω και το να έχουμε εξασφαλισμένα εργασιακά δικαιώματα με βάση το πτυχίο μας και μόνο στο οποίο θα περικλείεται όλη η απαραίτητη γνώση (πχ. όχι παραπάνω εξετάσεις για ειδικότητα ή επιπλέον σεμινάρια για μαθήματα).

    Γι’ αυτό εν τέλει ένα σύστημα εκπαίδευσης που θα στηρίζεται στα τελευταία δε θα μπορούσε παρά να γίνει μέσω πλήρους φοιτητικού κι εργατικού ελέγχου εντός των ιδρυμάτων, έτσι ώστε φοιτητικοί σύλλογοι και σωματεία να είναι εγγυητές ότι οποιαδήποτε αλλαγή γίνεται με βάση τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας και ότι μέσα από τα Ιδρύματα δε θα γεννιούνται “επιστημονικές ελίτ” με γνώσεις αποσμασματικές και ξεκομμένες που μόνο καριέρα προσφέρουν στα άτομα που την επιτελούν χωρίς κανένα κοινωνικά χρήσιμο απότελεσμα ή όταν γίνεται αυτό, εντάσσεται στα πλαίσια του τυχαίου και της εξαίρεσης.

    Μιλώντας για φοιτητικό έλεγχο, θα θέλαμε να αναφερθούμε και στο τελευταίο τμήμα των καθηγητών..

    Καταρχήν με μεγάλη μας χαρά παρατηρούμε πως αστικές φυλλάδες όπως η Voria και η Καθημερινή διαρηγνύουν τα ιμάτιά τους για τρομοκρατία και για ομηρία καθηγητών και χαιρόμαστε που μας βρίσκουν απεναντι τους. Χαιρόμαστε επίσης που καθηγητές όπως ο Νηματούδης που μας αποκαλεί ηλίθιους μιλάει εκ μέρους της “ακαδημαικ’οτητας” και της “δημοκρατίας” που θέλει να πρεσβεύει. Τέλος δε μας εκλήσσει που η άφαντη ως τώρα ΔΑΠ και εγγυητής της υλοποίσης όλων των παραπάνω αλλαγών, δείχνει ακόμα μια φορά το πρόσωπό της, και μέσω προσωπικών λογαριασμών των μελών της υπερασπίζεται την επικύρωση του προγράμματος που έγινε με fast-track διαδικασίες εν μέσω ερωτημάτων που δεν μας απάντησαν ποτέ οι καθηγητές και μάλιστα μιλάνε (οι δαπίτες) για αφαίρεση δικαιώματος ψήφου σε όσους ήμασταν μέσα στο τμήμα.

    Για το τι έγινε εκεί μέσα, για να μη μπούμε σε μια ανάλυση του τύπου πρόεδρος Εδεσσαικού θα θέλαμε να σημειώσουμε το εξής. Η “δημοκρατία” για την οποία φωνάζουν και κλαίγονται οι παραπάνω ότι καταπατήθηκε μάλλον έχει πολύ στενά και συγκεκριμένα όρια. Γιατί ήταν οι ίδιοι που έλεγαν πριν κάποιους μήνες πως παρουσία φοιτητών δεν μπορεί να ξεκινήσει καν το τμήμα των καθηγητών και τώρα παρουσία δεκάδων φοιτητών, όπου βρισκόμασταν εκεί υλοποιώντας απόφαση που πήρε ο φοιτητικός μας σύλλογος, επικύρωσαν ολόκληρο νέο πρόγραμμα σπουδών χωρίς καν να το συζητήσουν καθώς αρκέστηκαν σ ένα πρόχειρο powerpoint που παρουσίασε ο Καραγιάννης( Πρόεδρος Σχολής) σε 5 λεπτά και σ’ένα “όχι” όταν ρωτήθηκαν οι υπόλοιποι καθηγητές αν έχει κάποιος πρόβλημα με αυτό.

    Μ’ένα απλό “όχι” βάζουν ταφόπλακα στα όνειρα πολλών συμφοιτητών μας. Μ’ένα “όχι” που θα προέλθει από διαδικασίες βάσης και τη Γενική Συνέλευση θα τους χαλάσουμε τα σχέδια. Όλοι και όλες λοιπόν, την Πέμπτη 10 Γενάρη 14.30 στο Αμφιθέατρο του Ανατομείου




      * Οι καινοτομίες στο σήμερα στην ιατρική, όπως και σε κάθε κλάδο, όσο καλές και να φαντάζουν, δε μπορούμε να ξεχνάμε το γεγονός πως εφαρμόζονται μόνο σε μικρό κύκλο ατόμων και στους έχοντες καθώς και το ότι γίνονται προϊόντα μαζικής παραγωγής μόνο όταν συμφέρει οικονομικά τους εκάστοτε ιδιώτες που καρπώνονται μια τέτοια καινοτομία. Δεδομένου αυτού, ακόμα και οποιαδήποτε καινοτομία παρουσιάζεται στα πλαίσια της εκπαίδευσης, γίνεται στα στενά όρια μιας ενημέρωσης για το τι πρόσφατα επιτεύγματα υπάρχουν, χωρίς να γίνεται συνήθως κάποια σύνδεση για το ποιοι μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτά, τόσο γιατροί για να το χρησιμοποιήσουν, όσο και ασθενείς για ωφεληθούν απο αυτά.
    .

Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018

ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΕΚΕΜΒΡΗ ΤΟΥ ‘08*


Μιλώντας για τον Δεκέμβρη του 2008 και συγκεκριμένα για την εξέγερση που ακολούθησε μετά τη δολοφονία του Αλ. Γρηγορόπουλου, θα μπορούσε κανείς να πει πολλά. Θέλοντας να ξεφύγουμε από μια απλή δημοσιογραφία για το τι γινόταν εκείνες τις μέρες σε όλη τη χώρα και ιδιαίτερα στη Αθήνα ή από μια απλή αναφορά το πώς απάντησε και στάθηκε κάθε πολιτικός χώρος στα γεγονότα, θα γίνει μια προσπάθεια, μέσω μιας σύντομης αναδρομής στο παρελθόν, να φτάσουμε στο γιατί η νεολαία βγήκε μπροστά με όρους βίας απέναντι στο κράτος και το ίδιο το σύστημα. Μέσα σ’όλ’αυτά είναι ανάγκη να βρεθεί και ο ρόλος που διαδραμάτισε η εργατική τάξη στα γεγονότα.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή..
Δεκαεία ‘80..είναι η δεκαετία που η εργατική τάξη υπογράφει το νέο κοινωνικό συμβόλαιο μετά τη μεταπολίτευση, έχοντας κερδίσει κάποια πράγματα στην ουσία εξαγοράζεται και φοράει για άλλη μια φορά αλυσίδες δένοντας μαζί της και τα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα. Στα χρόνια που ακλουθούν είναι χαρακτηριστική η μικροαστικοποίηση των συνειδήσεων με μαζικούς όρους .Με άλλα λόγια είναι ο καιρός που γεννιέται το ‘ελληνικό όνειρο’ , το οποίο η συντριπτική πλειοψηφία θα κυνηγάει σχεδόν τυφλά για τα επόμενα χρόνια. Η δεκαετία του ‘90 που ακολουθεί είναι περίπου μια από τα ίδια αν δει κανείς τη γενική εικόνα. ( Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης απαιτεί από μόνη της μια επιπλέον κουβέντα η οποία δε χωράει μάλλον στο παρόν κείμενο).
Δεκαετία ‘00..ενώ η εργατική τάξη, με ελάχιστες εξαιρέσεις οι οποίες όμως είχαν μεγάλο ειδικό βάρος για την εποχή, παραμένει πιστή και σχετικά ευχαριστημένη με το κοινωνικό συμβόλαιο, υπάρχουν κοινωνικές ομάδες που αρχίζουν και το αμφισβητούν, το κοινό ίσως χαρακτηριστικό αυτών των ομάδων είναι η ηλικία, μιλάμε δηλαδή για την νεολαία που αρχίζει να αισθάνεται βαριές της αλυσίδες. Χαρακτηριστικά είναι τα γεγονότα στη θες/νικη το 2003( κινητοποιήσεις ενάντια στη σύνοδο g7) αν θέλουμε να μείνουμε στην ελλαδα και οι φοιτητικές κινητοποιήσεις το 2006-7 με πολύ πιο μαζικά χαρακτηριστικά
Γιατί όμως η νεολαία; γιατί ήδη από το 2000 περίπου και λόγο εν μέρει της αρχόμενης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης δεν μπορεί να ενταχθεί στην παραγωγή με τον ίδιο τρόπο όπως παλιά. Χαρακτηριστική είναι η ήδη αυξανόμενη ανεργία και η αύξηση της επισφαλούς εργασίας, εν μέρει η αύξηση των μεταπτυχιακών/διδακτορικών, ο αυξανόμενος αποκλεισμός από τα πανεπιστήμια μαθητών που προέρχονται από εργατικές οικογένειες .
Αξίζει ακόμα να σημειωθεί η ανάμιξη νέων μεταναστών δεύτερης πλέον γενιάς με τα παιδιά των εργατογειτονιων λόγο του ότι οι γονείς τους εγκαταστάθηκαν σε αυτές και από μαθητές ακόμα βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό τον οποίο όμως τώρα αρχίζουν να νιώθουν και οι έλληνες συμμαθητές τους
Κάπως έτσι, μπορούμε ίσως να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως η κατάσταση διαμόρφωσε μια πρωτοπορία νεολαίας, μειοψηφική ακόμα και εντός της ίδιας της νεολαίας η οποία δεν άντεχε άλλο τα δεσμά και προσπαθούσε να τα σπάσει .Δηλαδή μιλάμε για μια πρωτοπορία που αποτελείται από μαθητές, φοιτητές, ανέργους, μετανάστες και ακόμα πιο λίγους νέους εργαζόμενους των οποίων πλέον η συνείδηση έχει κάνει ένα άλμα σε σχέση με τη μέση συνείδηση και αν συνυπολογίσει κανείς ότι αυτό πραγματώθηκε κυρίως εμπειρικά και μέσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα , αυτό δημιουργεί μια κατά κάποιο τρόπο ασυνέχεια μεταξύ κοινωνίας και μιας μικρής μεν αλλά υπαρκτής και ίσως σχετικά μεγάλης μειοψηφίας της νεολαίας. Καρπός αυτού του χάσματος ήταν η εξέγερση του δεκεμβρη. Και ήταν εξέγερση γιατί ξεκίνησε με βάση το αυθόρμητο, εμπεριείχε βία , ήταν μαζική διαδικασία όχι όμως πλειοψηφική και είχε έντονο το στοιχείο του νεοτερισμού (πολλά πράγματα δοκιμάστηκαν και ίσως είδαμε και τα όρια τους, βλ. καταλήψεις κτηρίων και δημόσιων χώρων)
Η εργατική τάξη μπορεί να μη συμμετείχε στην εξέγερση, η σιωπηλή υποστήριξη της όμως έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο να πάρει τις διαστάσεις που λίγο πολύ όλοι ξέρουμε. Τελικά, ό,τι και να κάναμε τότε η εργατική τάξη δεν θα μπορούσε να συμμετέχει μαζικά κάτι το οποίο όλοι θα θέλαμε και το οποίο θα μπορούσε να δώσει τελείως άλλη τροπή στα γεγονότα. Και δεν θα μπορούσε γιατί η ίδια δεν αισθανόταν ακόμη βαριές της αλυσίδες της. Αφουγκραζόταν σε ένα βαθμό τον αποκλεισμό της νεολαίας και για αυτό νομίζω ο δεκεμβρης είχε τη σιωπηλή υποστήριξή της όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, παρόλα αυτά δεν ήταν συνειδησιακά σε θέση να αμφισβητήσει και η ίδια το κοινωνικό συμβόλαιο που είχε υπογράψει χρόνια πριν (και έμελλε να κάνει το ίδιο με τον ερχομό του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, όπως συνήθιζε μεταξύ άλλων, εκμεταλλεύτηκε και την εξέγερση του Δεκέμβρη για την αναρρίχησή του στην κυβέρνηση καλλιεργώντας την αναμονή και τη διαπραγμάτευση του κινήματος και των δομών του με το κράτος).
Η κληρονομιά του Δεκέμβρη; Ίσως αυτό μπορεί να συμπυκνωθεί σε δύο πράγματα. Α) ξαναέβαλε τη βία στην ημερήσια διάταξη. Η φωτιά του δεκεμβρη υπενθύμισε στην εργατική τάξη ότι αν κάποια στιγμή το αποφασίσει υπάρχει ανοιχτή η δυνατότητα να κάψει το συμβόλαιο. Β) αναβάθμισε το ρόλο της πρωτοπορίας και αυτό γιατί αν μια αποφασισμένη μειοψηφία της νεολαίας υπό τις κατάλληλες συνθήκες μπορεί να κλείσει για μια εβδομάδα το κέντρο της Αθήνας τότε σκεφτείτε τι μπορεί να κάνει μια αποφασισμένη μειοψηφία της εργατικής τάξης..
*(το κείμενο αυτό βασίζεται σε παλαιότερη ανάρτηση και δημοσιοποίηση κειμένου συντρόφου στο blog του σχήματος)